Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

Τι να κάνω τώρα Θεέ μου;


Ετούτη είναι μια αληθινή ιστορία, που μας την αφηγήθηκε κάποιος που την έζησε από κοντά. Ο άντρας και η γυναίκα ήταν πρόσφυγες από την Σμύρνη. Ο παππούς που μας είπε γι’ αυτούς, τους γνώρισε στην Αθήνα. Ήταν μόνοι, κατάμονοι, δίχως συγγενείς όπως οι περισσότεροι από τους ξεσπιτωμένους της Ανατολής. Ούτε παιδιά είχαν. Δυο απλοί και πονεμένοι άνθρωποι που ποτέ δεν έδειξαν τον πόνο τους.

Μόνο την ελπίδα τους στον Κύριο που ξημερώνει τις μέρες έβλεπες και την φτώχεια τους που δεν γινόταν να κρυφτεί. Σε ένα ημιυπόγειο ο άντρας είχε ένα μικρομάγαζο και πουλούσε ελιές. Πάνω απ’ αυτό, ένα τετράγωνο δωμάτιο ήταν η …οικία τους. Σπίτι να το κάνει ο Θεός: Σε μιαν άκρη τα σιδερένια τρίποδα με τις ξύλινες τάβλες και αυτό ήταν το κρεβάτι, παραδίπλα ένα κουτσό τραπέζι, δύο μπακιρένια κύπελλα για να πίνουν νερό, μια γκαζιέρα, μια καρβουνισμένη κατσαρόλα και λίγα ρούχα σκεπασμένα με ένα σεντόνι. Το “οίκημα” νοικιασμένο. Πόσες ελιές θα μπορούσε να πουλήσει ο χριστιανός για να καζαντίσουν; Έπειτα ήταν και οι φτωχότεροι απ’ αυτούς και οι ανήμποροι που δεν έπρεπε να μείνουν νηστικοί…. Οι πένητες συνέδραμαν τους φτωχούς και αμφότεροι έλεγαν “δόξα τω Θεώ”, γιατί έτσι είναι γραμμένο στις Γραφές και το ζευγάρι ήξερε καλά τα μαθηματικά του Θεού, την αριθμητική των δύο χιτώνων.

Τα χρόνια πέρασαν, το “μαγαζί” έκλεισε, τα χρόνια εκείνα συντάξεις δεν υπήρχαν, οι φτωχούληδες του Θεού άρχισαν να ζητιανεύουν στις γωνίες. Μετά ούτε αυτό, καθώς γέρασαν πολύ και αρρώστησαν. Αν κάποιος τους έδινε ένα κομμάτι ψωμί έτρωγαν, αν όχι έπεφταν για ύπνο νηστικοί.
“Έχει ο Θεός” έλεγαν και πάλι “έχει ο Θεός” είπαν και όταν τα ταπεινά τους ρούχα έγιναν κουρέλια, όταν τα μπακιρένια κύπελλα πρασίνισαν από την πολυκαιρία, όταν δεν είχαν να πληρώσουν το νοίκι.

Αχ αυτό το νοίκι… χρόνια το είχαν απλήρωτο. Φώναζε ο ιδιοκτήτης αλλά μετά “ξεχνούσε” το χαμόσπιτο και αυτοί συνέχιζαν την χαμοζωή τους, μη λείποντας από την εκκλησία και χαμογελώντας με εμπιστοσύνη σε όλες τις εικόνες του ναού.
Τόσοι άγιοι που βασανίστηκαν, ένας Αφέντης που σταυρώθηκε, η Μάνα που κάηκε η καρδιά Της και τούτοι που δεν έπαθαν τίποτε, θα σκιαχτούν; Σκιάχτηκαν ωστόσο την ημέρα που ο ιδιοκτήτης τους είπε να φύγουν γιατί ήθελε να το γκρεμίσει το σπίτι. Θα έκανε πολυκατοικία. Να φύγουν και να πάνε πού; Εδώ αγαπήθηκαν, ευλογήθηκαν, χόρτασαν, πείνασαν, έκλαψαν, ήλπισαν, εδώ ήταν το σβηστό -πια- καντηλάκι τους, εδώ τα κουρέλια τους, εδώ τα σκουριασμένα από την αχρησία κουταλοπήρουνά τους. Αυτή η πόρτα έκλεινε έξω τις βροχές, τα χιόνια, τους καιρούς και από μέσα ζούσαν το εύκρατον της δωρισμένης ελπίδας.

Τώρα; “Τι να κάνω τώρα Θεέ μου ;” ύψωσε τα χέρια προς το ταβάνι με τους ξεχαρβαλωμένους τσατμάδες, ο γέρος. Την άλλη μέρα ήρθε ο δικαστικός κλητήρας, με τα χαρτιά της έξωσης.
-“Πρέπει να φύγετε”.
-“Πού να πάμε ;” Ο άνθρωπος κοίταξε ένα γύρω το αχούρι, που υποδυόταν το σπίτι…. Κοίταξε και τους σκελετωμένους γέρους.
“Έχω ένα δωμάτιο που περισσεύει” είπε σιγανά.
“Δεν έχουμε λεφτά” είπε ντροπαλά ο γέρος.
“Πάμε” είπε ο κλητήρας και καθώς δεν είχαν και τίποτε να μετακομίσουν, έφυγαν αμέσως.

Τους πήρε με το αυτοκίνητο, τους πήγε στο δικό του σπίτι, η γυναίκα του τους έπλυνε, τους έντυσε, τους τάισε, παιδιά δεν είχαν και τούτοι, το δωμάτιο ήταν φωτεινό, καθαρό, με κουρτίνες που τους άρεσε να τις πάνε πέρα δώθε (καθώς στο χαμόσπιτο δεν είχαν κουρτίνες…).
Έπεσαν στα πατώματα οι γέροι να ευχαριστούν, να κλαίνε, να ευλογούν, να εύχονται, να δοξάζουν.
“Θα έχουμε κι μεις συντροφιά” είπε η γυναίκα του κλητήρα. Αυτό μόνον….


Τώρα πια οι γέροι έπρεπε να συνηθίσουν την μυρωδιά του φρέσκου ψωμιού που έρχεται ζεστό από τον φούρνο, το πώς ευωδιάζει το φαγητό που βράζει καθώς και το πώς απαντάει ο Χριστός στους δικούς Του, όταν Τον ρωτάνε “Τι να κάνω τώρα Θεέ μου ;”


ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/Filoi.tis.Gnisias.Esfigmenou/photos/a.125633570818922.17367.114368451945434/1436536439728622/?type=3&theater

Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017

ΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΝΟΥΘΕΣΙΑ


Αν δεν χτίσεις τον παράδεισό σου εδώ στην γη,
σε κανέναν άλλον ουρανό δεν θα τον συναντήσεις.

Στον ουρανό δεν πάει αυτός που πρώτος θα περάσει τη γραμμή, αλλά όποιος περάσει την γραμμή.
Και όποιος περάσει την γραμμή, ως φύση αγάπη, γυρίζει μόνος του στην γη, και πιάνει από το χέρι τον τελευταίο σακάτη που θα βρει κι ας ήταν κάποτε και βασιλιάς στην γη της αγάπης.
Και ας είναι ο ίδιος ο σατανάς, ή ο Κάιν του.

Εσείς ζωντανοί ακόμα… εδώ στη γη…
σκύψτε κεφάλι στην ψυχή σας, και διδαχτείτε.
Τις γλώσσες των αγγέλων, της πραότητας, της σύνεσης, της ταπεινοφροσύνης, και της μητέρας σοφίας της αγάπης. Που είναι η ουσία της μητέρας σας, της γνώσης της ψυχής σας.

Μέρος α΄
Όταν ένας αδελφός έχει δαιμόνιο και θέλω να του το βγάλω...
Ταπεινώνομαι και βλέπω τα πράγματα… από την οπτική γωνία του αδελφού που έχει το δαιμόνιο… για να του το βγάλω.
Και όταν τα βλέπω τα πράγματα από την δικιά του μεριά…
πολλές φορές μου φεύγει το δικό μου.

Μέρος β'

Πρώτη οπτική σας άποψη… σύμφωνα με τη γήινη κρίση σας ... για μια...
πονεμένη καρδιά…

Σου χαρίζω ένα φιλί μια αγκαλιά
για να σου δώσω ζωή και να μου δώσεις κι εσύ
εσύ όμως αδιαφορείς δε θέλεις να είμαστε μαζί

κάνω σχέδια για μας τους δυο
για να είμαστε μόνοι μας στον κόσμο αυτό
όμως εσύ φεύγεις πριν καν σε δω

θα φύγω για να νιώσεις ότι νιώθω κι εγώ
να νιώσεις το πόνο που νιώθω κι εγώ

''τι και εάν δάκρυσα''
''όλα τελείωσαν''.

Η αγάπη σας οδηγεί προς την θέαση,
Η πλάνη στο να δημιουργήσετε ισχυρή προσωπικότητα.

Δεύτερη οπτική γωνία

o Χριστός, μας λέει:

Σου χαρίζω ένα φιλί μια αγκαλιά
για να σου δώσω ζωή και να μου δώσεις κι εσύ

εσύ όμως αδιαφορείς, δε θέλεις να είμαστε μαζί.

κάνω σχέδια για μας τους δυο
για να είμαστε μόνοι μας στον κόσμο αυτό (άνθρωπος και θεός, χωρίς το ''κακό'')
όμως εσύ φεύγεις πριν καν σε δω.

θα φύγω για να νιώσεις ό,τι νιώθω κι εγώ
να νιώσεις το πόνο που νιώθω κι εγώ.
(να μάθεις να ευσπλαχνίζεσαι)

''τι και εάν δάκρυσα''
όλα τελείωσαν.

(ανάσταση τώρα μέλλει)
 *******


Πέστε μου παιδιά μου.. σήμερα τι διδαχτήκατε;



Αγνώστου συγγραφέως

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΩΝ ΕΥΧΩΝ



Χαμένο ανάμεσα στα άλλα, μέσα σ' ένα πυκνό δάσος, υπήρχε κάποτε ένα δέντρο. Ήταν υπεραιωνόβιο, με κορμό μεγάλο σαν σπίτι και κλαριά που θαρρούσες πως άγγιζαν τα ουράνια. Το έλεγαν «Το Δέντρο Των Ευχών» και όχι τυχαία. Ήταν το δώρο των θεών στους ανθρώπους. Οποιοσδήποτε μπορούσε να πάει εκεί και να κάνει οποιαδήποτε ευχή. Αν ζητούσε αυτό που ήθελε με όλη του τη δύναμη, το Δέντρο ικανοποιούσε το αίτημά του.

Στον κορμό του Δέντρου υπήρχε μια πόρτα που οδηγούσε στο εσωτερικό του, εκεί που κάποιος έπρεπε να περάσει για να κάνει την ευχή του. Και πάνω από την πόρτα, βρισκόταν χαραγμένη μια επιγραφή, που λίγοι πρόσεχαν. Οι άνθρωποι, βλέπετε, ήταν γεμάτοι αγωνία να πραγματοποιηθεί η ευχή τους και τίποτε άλλο δεν τους ενδιέφερε.
Η επιγραφή έγραφε: «Πρόσεχε την ευχή σου».

Είπαμε πως το Δέντρο πραγματοποιούσε όλες τις ευχές, όποιες και αν ήταν αυτές. Υπήρχαν άνθρωποι που εύχονταν για υγεία, άλλοι για προκοπή, κάποιοι για χρήμα, μερικοί για σύντροφο, πολλοί για μια καλή δουλειά. Υπήρχαν κάποιοι που ζητούσαν ευτυχία, όχι για τους εαυτούς τους, αλλά για κάποιον άλλον.

Αυτοί ήταν και οι λιγότεροι και, όσο περνούσε ο καιρός, σπάνιζαν. Υπήρχαν, τέλος, και αυτοί που εύχονταν η συμφορά να χτυπήσει τον διπλανό τους. Όσο λιγόστευαν οι προηγούμενοι, τόσο πλήθαιναν αυτοί.Το Δέντρο είχε Δύναμη, μα δεν είχε Κρίση. Έτσι πραγματοποιούσε όλες τις ευχές, και τις καλές και τις κακές. Δεν ήταν έτσι από λάθος των θεών, το αντίθετο συνέβαινε. Έδωσαν οι θεοί ένα σπάνιο δώρο στους ανθρώπους μα και τους έστησαν παγίδα ταυτόχρονα. Ήθελαν να δουν με ποιο τρόπο οι άνθρωποι θα το χρησιμοποιούσαν.
Ήθελαν να δουν αν, τελικά, το άξιζαν.

Την τελευταία μέρα που το Δέντρο υπήρξε, πολλοί άνθρωποι χτύπησαν την πόρτα στον κορμό και πέρασαν στο εσωτερικό του, πολλοί άνθρωποι ευχήθηκαν. Μπήκε μια μάνα, που ευχήθηκε για την υγεία του παιδιού της, ένας φτωχός οικογενειάρχης που ζήτησε χρήματα, ένας πολιτικός που ευχήθηκε για υπουργικό θώκο, μια νεαρή ηθοποιός που παρακάλεσε για δόξα, ένας ματαιόδοξος που ζήτησε φήμη, ένα μικρό παιδί που ήθελε ένα ποδήλατο.Και μια πικρή γυναίκα μπήκε, που ζήτησε δηλητήριο για να ποτίζει τους άλλους, και μια άλλη, πράσινη από ζήλια, που ζήτησε δύναμη μαγική για να φέρνει την καταστροφή, και ένας άνθρωπος που δεν ήξερε τι είναι η αγάπη, μα ήθελε να την εξαφανίσει, και ένας τέταρτος που ευχήθηκε να λέει τα πιο αισχρά ψέματα και να γίνεται πιστευτός, και ένας δολοφόνος που ζήτησε αφθονία θυμάτων, και ένας κλέφτης που παρακάλεσε να εξαφανιστούν οι κλειδαριές και τα λουκέτα, και ένας απόλυτα κακός που ευχήθηκε, μόνο, να παραμείνει έτσι.

Και το Δέντρο εισάκουσε τις ευχές όλων, δικαίων και αδίκων, γιατί έτσι ήταν φτιαγμένο. Μα θύμωσαν οι θεοί, οργίστηκαν με τους ανθρώπους και αποφάσισαν πως δεν μπορούσαν να διαχειριστούν αυτό το σπάνιο δώρο, πως δεν ήταν αντάξιοί του. Και έστειλαν μια δέσμη κεραυνών και το έκαψαν. Και το Δέντρο των Ευχών έπαψε να υπάρχει.

Μόνο που, την τελευταία στιγμή,
μια μικρούλα, νεαρή θεά, εκείνη που είχε το πιο όμορφο γέλιο από όλους, πρόλαβε να σώσει ένα μικρό, τρυφερό κλαράκι.
Και όταν σταμάτησαν οι κεραυνοί κατέβηκε στο δάσος. Βρήκε ένα ξέφωτο που το έλουζε ο ήλιος και φύτεψε το κλαράκι της. Το πότισε με το γέλιο της και το κλαράκι έβγαλε ρίζες.
Έτσι, ένα καινούργιο Δέντρο των Ευχών έπιασε να μεγαλώνει μέσα στο δάσος.Θα περάσουν πολλά-πολλά χρόνια, μέχρι το κλαράκι να γίνει δέντρο θεόρατο και να μπορεί να πραγματοποιεί ευχές.

Η θεά με το πιο όμορφο γέλιο απ' όλους, πίστευε πως μέχρι τότε η ανθρωπότητα θα είχε μάθει το μάθημά της, πως οι άνθρωποι θα συνειδητοποιούσαν πως οι ευχές πραγματοποιούνται με τη δύναμη της αγάπης και της πίστης.
Της αγάπης για τους ανθρώπους και της πίστης σ' αυτούς.



Αγνώστου συγγραφέως

Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017

Ο ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΙΘΟΣ




Ο φιλοσοφικός ο λίθος είναι...

«Σαν τα παιδιά γίνεσθε, σε αυτά ανήκει η βασιλεία του εντός του ημών»

Ο άνθρωπος, για να αποκτήσει την σοφία θα πρέπει πρώτα από όλα να παραδεχτεί την ήττα του από αυτήν.

Αν θέλεις το καλό του αδελφού σου, ποτέ μην του λες την αλήθεια, αλλά οδήγησέ τον στο πιο ψηλό βουνό της περηφάνιας του, και ασ'  τον τότε μόνο να πολεμά
με τους ανέμους και τις φοβίες του.
Στην κατάλληλη στιγμή, θα φωτιστεί.

Αρκεί να του δώσεις το σπαθί... που μεταμορφώνει το εγώ και δεν το αποκεφαλίζει.

Διότι αν πας να του δώσεις στα χέρια του το φως, η περηφάνια του θα τον κάνει να κλέψει μια χούφτα από φως και να φύγει πετώντας στον ουρανό και να φωνάζει:
«Σκοτάδι τώρα εγώ θα σε σκίσω»… οπότε, αντί για ήλιο,
θα δημιουργηθεί ένα ακόμα νεκρό αστέρι.

Για να με καταλάβετε καλύτερα... γιατί πολλές φορές θυμώνω…
Είναι πως πονώ για την ελευθερία…
Αλλά εγώ γνωρίζω και διδάσκω το εξής:
Το ιδεώδες της ελευθερίας δεν βρίσκεται μέσα σε αυτήν,
διότι μπορεί να καταλυθεί η ελευθερία και όμως το ιδεώδες της να ζει·
αλλά όταν καταλυθεί το ιδεώδες της, η ελευθερία είναι χειρότερη και από την βαρύτερη δουλεία.
Ή για να τα πω πιο απλά, η ελευθερία του ανθρώπου έγκειται στην ελευθερία του πνεύματός του, δούλος με πνεύμα ελεύθερο βρίσκεται σε μεγαλύτερη σφαίρα από ελεύθερο πνεύμα δούλου.

Λοιπόν αυτός ο άνθρωπος δεν θέλει ραβδισμούς;
Απλά για να νοήσει και το τι θα πει η λέξη σκλάβος.
Και να δει πως…
το πνεύμα του αφέντη της σκλαβιάς πάντα δολοφονεί την φυσιολογία της αλήθειας... φιλοσοφώντας την ελευθερία.


βασιλιάς του δάσους

ΛΕΥΚΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ ΑΓΑΠΗΣ



Αυτό το παιδί είναι όλα τα παιδιά.
Αυτή η αγάπη είναι η μία αγάπη των παιδιών , ο Ήλιος
που από φύση του ως φλόγα της ζωής σε άνθρωπο αγαπά όλα και τα πάντα που του χαμογελάνε και αυτό τους χαμογελά.
Το παιδί, ως καρπός αγάπης, θέλει όλα να τα παίζει, να τα αγγίξει και να τα χαίρεται.

Μα ήρθε η μαμά μια μέρα όταν αυτό το παιδί πήγε να παίξει με κάποιο αντικείμενο και του είπε: "Μη! Κακό!"
Και έκλαψε το παιδάκι και πόνεσε την πληγωμένη του αγάπη…
Και τότε η μαμά του έκανε "καλό καλό".
Και από τότε το παιδάκι έμαθε πως το να δίνεις αγάπη είναι κακό και το να παίρνεις αγάπη είναι καλό.
Μα και η μαμά του ευχαρίστησε την πληγωμένη του καρδιά, δίνοντάς του κάτι άλλο "να πρέπει να αγαπά και να παίζει". Έτσι διδάχτηκε το παιδάκι να ζητά αγάπη με κάποιο αντάλλαγμα.
… κλαψομοιριάζοντας να ζητιανεύει την αγάπη που αγαπά.


Και τα χρόνια περάσανε...
Και το παιδάκι έγινε ο σημερινός άνθρωπος…

Που αγάπη για αυτόν είναι….
η αληθινή αγάπη της καρδιάς του να μένει πάντα ορφανή.

Όλοι μιλάνε για την αγάπη...
Μα..
όλοι τους μόνοι ζούνε.
Όλοι την αγάπη την θέλουνε "λευκό περιστέρι".
Μα..
την αγαπάνε μόνο όταν η αγάπη κάθετε στο δικό τους το κλουβί φυλακισμένη.
Όλοι μιλάνε για τον πόνο τους και τα κακά που τους βρίσκουν...
Χωρίς κανείς τους να βλέπει τα κακά που οι ίδιοι έχουν φροντίσει μόνοι τους και εισέπραξαν.
Όλοι μιλάνε για καθαρά χωράφια της ψυχής τους.
Και στα έργα της αγάπης τους... σπέρνουν τσουκνίδες και πόνο σε ό,τι αγαπάνε.
Όλοι δείχνουν τον φωτεινό τους ήλιο...
Και όλοι τους τυφλοί για το σκοτάδι τους σου μιλάνε.


Αγάπη είναι τα μάτια του παιδιού, παιδιά μου...
που είναι ζωντανά ακόμα μέσα στου μεγάλου ανθρώπου την καρδιά…
Αυτήν την καρδιά,
που από παιδί φρόντισαν να γίνει μια πέτρα και σου μαρμαρώσανε τα παιδικά τα μάτια,
"σαν τα παιδιά γίνεσθε… σε αυτά ανήκει η βασιλεία των ουρανών"…
Εντός ημών είναι η βασιλεία των ουρανών παιδιά μου,
και ουρανός για τον ζωντανό καρπό του Θεού αγάπη είναι ο ζωντανός ναός... το σώμα της ψυχής σου ψυχή μου... παιδί μου.

Αγάπη μου,
ο ήλιος είναι η αγάπη από τα ζωντανά της γης τα περιστέρια για φως...
Χτυπώ παλαμάκια ...
και σηκώνονται προς τον ουρανό όλα της γης τα περιστέρια..
Μα...
τα περιστέρια εκείνη την στιγμή δεν ακολουθούν δρόμους και πορείες που τους χαράξανε κάποιοι άλλοι... και ούτε σκέπτονται τον φόβο... τα ζευγάρια του χωρισμού...
γιατί τα περιστέρια, αγάπη μου, παιδί μου
γνωρίζουν πως φύση είναι να ανήκεις στο αιώνιο σου ταίρι, από δυο σταγόνες νερό οι ψυχές να γίνονται μία αδιαίρετη και παντοτινή.
Και βαδίζουν στην ζωή προς το εξελίσσεσθαι και το γίγνεσθαι της αιώνιας αγάπης της "θεού αγάπης, δωρισμένης ψυχής".

Τα περιστέρια δεν παίζουν με την αγάπη, μα την ζουν.


ο βασιλιάς του δάσους

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΔΙΝΕΙ 17 ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΣΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ



  
Μη φοβάσαι να είσαι σταθερή μαζί μου. Αυτό θα με κάνει να νιώθω περισσότερη σιγουριά.
Μη με παραχαϊδεύεις. Ξέρω πολύ καλά πως δεν πρέπει να μου δίνεις οτιδήποτε σου ζητώ. Σε δοκιμάζω μονάχα να δω.
Μη με κάνεις να νιώθω μικρότερος από ότι είμαι. Αυτό με σπρώχνει να παριστάνω καμιά φορά το ‘’σπουδαίο’’.
Μη μου κάνεις παρατηρήσεις μπροστά στο κόσμο, αν μπορείς. Θα προσέξω περισσότερο αυτό που θα μου πεις αν μου μιλήσεις ήρεμα μια στιγμή που θα είμαστε οι δυο μας.
Μη μου δημιουργείς το συναίσθημα πως τα λάθη είναι αμάρτημα. Μπερδεύονται έτσι μέσα μου όλες οι αξίες που έχω μάθει να αναγνωρίζω.
Μη με προστατεύεις από τις συνέπειες των πράξεων μου. Χρειάζεται καμία φορά να πάθω.
Μη μου δίνεις μεγάλη σημασία στις μικρο-αδιαθεσίες μου. Καμιά φορά δημιουργούνται ίσα ίσα για να κερδίσω τη προσοχή που ζήτησα.
Μη μου κάνεις συνεχώς παρατηρήσεις. Γιατί τότε θα χρειασθεί να προστατεύσω τον εαυτό μου, κάνοντας τον κουφό.
Μη μου δίνεις επιπόλαιες υποσχέσεις. Νιώθω πολύ περιφρονημένος όταν δεν τις κρατάς.
Μην υποτιμάς την τιμιότητα μου. Συχνά οι απειλές σου με σπρώχνουν στην ψευτιά.
Μη πέφτεις σε αντιφάσεις. Με μπερδεύεις έτσι αφάνταστα και με κάνεις να χάνω την πίστη μου σε εσένα.
Μη με αγνοείς όταν σου κάνω ερωτήσεις γιατί, θα ανακαλύψεις πως θα αρχίσω να παίρνω τις πληροφορίες μου από άλλες πηγές.
Μην προσπαθείς να με κάνεις να πιστεύω πως είσαι τέλεια ή αλάνθαστη. Είναι μια δυσάρεστη έκπληξη για μένα όταν ανακαλύπτω πως δεν είσαι ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Μη διανοηθείς ποτέ πως θα πέσει η υπόληψη σου αν ζητήσεις συγνώμη. Μία τίμια αναγνώριση ενός λάθους σου μου δημιουργεί πολύ θερμά αισθήματα απέναντι μου.
Μη ξεχνάς πως μ’ αρέσει να πειραματίζομαι. Χωρίς αυτό δεν μπορώ να ζήσω. Σε παρακαλώ παραδέξου το.
Μη ξεχνάς πόσο γρήγορα μεγαλώνω. Θα πρέπει να σου είναι δύσκολο να κρατήσεις το ίδιο βήμα με μένα, αλλά προσπάθησε σε παρακαλώ.


Μη ξεχνάς πως δεν θα μπορέσω να αναπτυχθώ χωρίς πολλή κατανόηση και αγάπη. Αυτό, όμως δεν χρειάζεται να το πω, έτσι δεν είναι;


Αγνώστου συγγραφέως

Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

Ο ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ



Ήταν κάποτε ένας βασιλιάς που θα έδινε βραβείο στο ζωγράφο εκείνο που θα έφτιαχνε τον καλύτερο πίνακα της ειρήνης. Πολλοί καλλιτέχνες προσπάθησαν. Ο βασιλιάς είδε όλους τους πίνακες, όμως μόνο δύο ήταν εκείνοι που πραγματικά του άρεσαν και θα έπρεπε να διαλέξει μεταξύ αυτών. Ο ένας πίνακας είχε μια ήρεμη λίμνη. Η λίμνη ήταν ένας τέλειος καθρέφτης και τα βουνά γαλήνια ορθώνονταν σαν πύργοι τριγύρω της. Και από πάνω, ο γαλάζιος ουρανός με λευκά χνουδωτά σύννεφα. Όλοι όσοι έβλεπαν τον πίνακα σκέφτονταν ότι αυτός είναι ο τέλειος πίνακας της ειρήνης. Ο άλλος πίνακας είχε και αυτός βουνά. Όμως αυτά ήταν κακοτράχαλα και γυμνά. Ο ουρανός ψηλά ήταν άγριος, έβρεχε και έριχνε αστραπές. Στην πλαγιά του βουνού έπεφτε με ορμή ένας αφρισμένος καταρράκτης. Το τοπίο δεν φαίνονταν καθόλου ειρηνικό. Όταν όμως ο βασιλιάς κοίταξε προσεκτικά, είδε πίσω από τον καταρράκτη ένα μικρό θάμνο σε μια σχισμή του βράχου. Στο θάμνο ένα πουλί είχε κάνει τη φωλιά του. Εκεί, στη μέση των άγριων ορμητικών νερών, καθόταν το πουλί πάνω στη φωλιά......η τέλεια ειρήνη.

Ποιος πίνακας νομίζετε ότι κέρδισε το βραβείο;

Ο βασιλιάς διάλεξε το δεύτερο πίνακα. Και ξέρετε γιατί; «Επειδή», εξήγησε ο βασιλιάς, «ειρήνη δε σημαίνει να είσαι σε ένα μέρος όπου δεν υπάρχει καθόλου θόρυβος, προβλήματα ή σκληρή δουλειά. Ειρήνη σημαίνει να είσαι τριγυρισμένος απ’ όλα αυτά και εντούτοις να είσαι ήρεμος μέσα σου. Αυτό είναι το αληθινό νόημα της ειρήνης».



Αγνώστου συγγραφέως

ΤΟ ΝΗΣΙ


Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα.
Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα. 
Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.


Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.
Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.



Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό.
Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»,
«Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».
Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.
«Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. 
«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.
Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια.
«Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου».
«Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.
Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. 
Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.


Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή:
«Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!».
Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.
Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του.



Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση:
«Γνώση, ποιος με βοήθησε»;
«Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση.
«Ο Χρόνος;;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε η Χρόνος;»
Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε: 
«Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».



Αγνώστου συγγραφέως

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Ο ΑΛΑΤΕΝΙΟΣ



Ξερό αλάτι μέσα σε γη,
σε ερήμους πάντα περπατά,
και πάντα να ρωτά ποιο είναι το αλάτι.

Ένα κουκλάκι κάθε άνθρωπος που «αλατένιο» το λένε και ερωτάει σε όλοι την γη:
«Ποιος είμαι που είμαι ποιος είμαι κα που πάω...;;»
Και πάντα η τρέχουσα απάντηση:
«πάψε να ρωτάς αλατένιε...ένα ξερό κουκλάκι είσαι...μέσα σε όλη την γη».

«Μα μια μέρα αδέλφια μου... συνάντησα μια θάλασσα...
Και μου μίλησε ένα κύμα...‘
--Που πας αλατένιε;;;
Ποια η πορεια και ποιος ο σκοπός ;;;
--Και τρόμαξα αγαπητά μου αδέλφια....Και έπεσα στα πόδια και ρώτησα ο φτωχός
«ξέρεις ποιός είμαι....και που θα πάω;»
τότε μου μίλησε η θάλασσα και πάλι μου είπε:
«δοκίμασε λίγο το κύμα μου...δοκίμασε το και θα το δείς»
και βούτηξα το ποδαράκι μου μέσα στην θάλασσα ...μα ξαφνικά!!!
«θάλασσα!!! που πήγαν τα δαχτυλάκια μου;; τι γίνετε ποιος είμαι και που πάω;;»

Τότε πάλι μίλησε η θάλασσα και μου είπε...
μην φοβάσαι αλατένιε, βούτα άφοβα και εγώ εκεί θα σε οδηγήσω στην πατρίδα τις ψυχής σου».
Τότε με μιας βούτηξα δίχως πίσω να δω, και ο φόβος εξαφανίστηκε,
αυτόν τον έκαψε το μητρικό το αλάτι,
Και όλο ρώταγα προς την θάλασσα...»ποιός είμαι και που πρέπει να πάω;;;»
Και πάντα η ίδια απάντηση...
«ψάξε στα βαθιά μου αλατένιε εκεί που σου φέγγει ο πόνος,
εκεί θα βρεις αυτό που εσύ είσαι».

Δεν κράτησε η αγωνία μου για πολύ… σύντομα έλιωνα μέσα στον χρόνο... ήταν ο βράχος του εγώ… που έσπαγε στον χρόνο… και βρέθηκα ξαφνικά στα κύματα... να μην είμαι εδώ να μην είμαι εκεί... μα ούτε πιο πάνω η πιο κάτω· μα απαλλαγμένος από το ξερό το αλάτι…
και να φωνάζω σαν όαση σε πηγή...

«επιτελους τώρα ξέρω... είμαι η θάλασσα!»



Ο Βασιλιάς του Δάσους

ΠΕΤΑΛΟΥΔΟ-ΣΤΑΛΙΔΕΣ



Καταραμένη ζωή !!! ακούστηκε μια φωνή,
την ώρα που έπαιζα με την φλογέρα μου στο δάσος,
κάνω μία τα χόρτα στην άκρη και τι να δω !
μια κάμπια να κλαίει και να οδύρεται...

-τι έχεις κάμπια μου και ....
-οϊμέ στην συμφορά μου αφέντη μου, να την βράσω τέτοια ζωή, σκουλήκι  γεννήθηκα και σκουλήκι θα πεθάνω, ιδού  ο ταφος μου, επιτέλους πάω να κοιμηθώ,... ο έρμος να πεθάνω...

Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Η Αγάπη του δάσους


Δέντρο μου, μοναχικό που καρτεράς της άνοιξής σου τα λουλούδια,
πόσο σε ζηλεύω καλό μου, πόσο πολύ σε θαυμάζω!
Μοναχή ψυχή, μέσα στην έρημο των ανθρώπων την αγάπη,
χωρίς να σε νοιάζει η ιστορία,
ή τι λένε για σένα οι λόγιοι, θνητοί.
Δέντρο μου μοναχό, εκεί στον κάμπο, που δροσοσταλίδες οι σκέψεις μου, στα κλαδιά σου ακουμπάνε.
Πες μου το μυστικό σου, πως γίνεται μέσα στην παγωνιά της μοναξιάς σου να ζεις, μέσα στο παγωμένο σου κορμί;

ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΜΑΓΕΜΕΝΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


Μέσα στο μαγεμένο δάσος της ψυχής,
τα συναισθήματα είναι οι νότες της μαγικής προσευχής,
που όποιο τραγούδι παίζουν,
αυτό επικρατεί και στην ψυχή…
Ανέμους παίζεις στην ψυχή σου,
Θύελλες θερίζεις στην γη σου.


Αυτό που νιώθεις δημιουργεί και όχι αυτό που σκέπτεσαι.
Και όταν φόβος επικρατεί,
τότε αυτό επικρατεί σε αυτό που φοβάσαι,
Αυτό-αρρωσταίνει αυτός που ξέρει πως είναι φιλο-άρρωστος ή ευαίσθητος.
Αυτό που πιστεύεις γίνεται και όχι αυτό που σκέπτεσαι,
Άλλωστε εκεί που η καρδιά λέει ναι εκεί τα χείλη λένε πολλές φορές όχι.


Σοφός δεν είναι αυτός που ξέρει
μα αυτός που δεν ξέρει.
Τότε άλλωστε ανοίγει και η γνώση των ουρανών.
Αυτός που ξέρει είναι αυτός που είναι από μόνος του ένας άλλος Θεός,
είναι αυτός που μέσα στην άγνοια του νου,
κρατά την ψυχή να κοιτά βουβή, να κάθεται και να μην του μιλάει.


Ο άνθρωπος προσπαθεί να φτάσει σε δόξα και σε νου την θέοση...
και ο Θεός την ίδια ώρα κάθεται στον Παράδεισο απολαμβάνοντας την ανθρώπινη του υπόσταση του.


ο βασιλιάς του δάσους

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ



Μέσα στου δάσους τα κλαδιά...
παίζανε οι νεράιδες με τα ξωτικά... κρυφτό...
ώσπου στα ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή να φωνάζει.....!!

παιδιάααααααααααααααααα!!!!
παιδιάαααααααααα!!!!
ο Καραγκιόζης !!!!

τότε ξεπρόβαλαν τρέχοντας και χαρούμενα τα παιδιά ...να βρουν τον καραγκιόζη... να τους πει από εκείνα τα ωραία του... και όλα μαζί να τραγουδήσουν και να γελάσουν... μα όταν είδαν τον καραγκιόζη... όλοι πάγωσαν... ο καραγκιόζης γερασμένος και κουρασμένος... πεινασμένος και φτωχός... ζητούσε πολιτικό άσυλο... και κλαίγοντας φώναζε... εάλω η παράγκα μου... στους τούρκους ως Τούρκο με πουλήσανε... λυπηθείτε με και Έλληνας θέλω να πεθάνω...
και τότε ο βασιλιάς του δάσους φρόντισε....
και του χαρίσανε μια νέα παράγκα... μέσα στην καρδιά του δάσους, περιτριγυρισμένος με μανιταρόσπιτα, γεμάτα με νεραϊδούλες, ξωτικούλια και στοιχειά και παιδάκια να παίζουν... και ο καραγκιόζης να ξεκουράζετε και να τα βλέπει και να γελάει.   
******

Έτσι μας λένε... έξω Έλληνα από την Ελλάδα.
Το ένδυμα της αγάπης στην γη παγώνει την καρδιά από το θείο κάλλος της.
Οι καλοί για να είναι πιο καλοί από τους κακούς, τους καταστρέφουν καίγοντάς τους στην κόλαση τους.

Οι θεολόγοι μαλώνουν για το δόγμα των αιρετικών…
η δικαιοσύνη υπηρετεί τους κλέφτες και απατεώνες μασόνους...
και οι ανθρωποφάγοι και παιδεραστές στην γη βασιλεύουν... κατακλέβοντας την Ελλάδα και την ανθρωπιά ...στο ζυγό της σκλαβιάς.




ο βασιλιάς του δάσους

Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017

ΔΙΔΑΧΕΣ


Φθόνος - Κατάκριση
Όπως η σκουριά φθείρει το σίδηρο, έτσι ο φθόνος φθείρει την ψυχή που τον κατέχει.
Εάν γίνεις κριτής, να γίνεις σαν σύμβουλος.
Πολλές φορές βλέπουμε την φανερή αμαρτία του αδερφού, όμως την κρυφή μετάνοια δεν βλέπουμε.

Κακία
Οποιοδήποτε κακό κι αν έπαθες, δεν είναι τόσο μεγάλο, όσο θα είναι το κακό, που θα προξενήσεις στον εαυτό σου, όταν διατηρείς στην ψυχή σου την μνησικακία. Διότι πώς θα πετύχεις την συγχώρηση, που εσύ δεν δίνεις στους άλλους;
Η κακία που αποσιωπάται είναι ύπουλη αρρώστια μέσα στην ψυχή.
Από 2 κακούς αγριότερος είναι εκείνος που ούτε τους πεθαμένους παύει να κακολογεί.
Οι περισσότερο κακοί άνθρωποι είναι εκείνοι που δεν θέλουν να συγχωρήσουν.
Το σφάλμα που δημοσιεύεις για να βλάψεις τον χρήσιμο άνθρωπο είναι μια μαρτυρία της αρετής του.

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2017

ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ


Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα μικρό χωριό. Οι κάτοικοι ήταν πανέξυπνοι, δημιουργικοί, με πλούσια πνευματικά αγαθά. Τα χωράφια τους έδιναν πλούσιες σοδειές και ήταν όλοι ευχαριστημένοι. Ένα ποτάμι περνούσε δίπλα από το χωριό και το δροσερό νεράκι του πότιζε την γη και τους χωριανούς. Όμως είχαν ένα πρόβλημα. Ο κάθε ένας από αυτούς είχε ιδιαίτερη αδυναμία σε ένα χρώμα. Άλλος στο κόκκινο, άλλος στο κίτρινο, άλλος στο πράσινο, άλλος στο μπλε κτλ. Η αδυναμία που είχε ο καθένας στο αγαπημένο του χρώμα ήταν τόση που τους τύφλωνε. Κοιτούσε ο ένας το γείτονα του άλλου με μισό μάτι και με μεγάλη απέχθεια. Σε κάθε ευκαιρία ο ένας τσακωνόταν με τον άλλο εξαιτίας των χρωμάτων.

Είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο, που όταν κάτι δεν πήγαινε καλά, ο ένας κατηγορούσε τον άλλον ρίχνοντας την ευθύνη στα χρώματα!

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017

Η κρίση των γαϊδάρων… Μια διδακτική ιστορία



Μια μέρα εμφανίσθηκε σε ένα χωριό ένας άνδρας με γραβάτα. Ανέβηκε σε ένα παγκάκι και φώναξε σε όλο τον τοπικό πληθυσμό ότι θα αγόραζε όλα τα γαϊδούρια που θα του πήγαιναν, έναντι 100 ευρώ και μάλιστα μετρητά.

Οι ντόπιοι το βρήκαν λίγο περίεργο, αλλά η τιμή ήταν πολύ καλή και όσοι προχώρησαν στην πώληση γύρισαν σπίτι με το τσαντάκι γεμάτο και το χαμόγελο στα χείλη.

Ο άνδρας με τη γραβάτα επέστρεψε την επόμενη μέρα και πρόσφερε 150 ευρώ για κάθε απούλητο γάιδαρο, κι έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι πούλησαν τα ζώα τους. Τις επόμενες ημέρες προσέφερε 300 ευρώ για όσα ελάχιστα ζώα ήταν ακόμα απούλητα με αποτέλεσμα και οι τελευταίοι αμετανόητοι να πουλήσουν τα γαϊδούρια τους.

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Η Τιποτένια



Ένα από τα παραμυθάκια μου.....που πάντα είναι αφιερωμένο σε όλο τον κόσμο. ..μα με πολύ αγάπη γραμμένο για τα γλυκά μου τα παιδάκια. ..και στου φεγγαριού την γη.
***

Μέσα στου δάσους τα κλαδιά,
παίζουν οι νεράιδες και τα ξωτικά.
Μα μία μικρή νεράιδα, ήταν μονάχη στην άκρη της λίμνης λυπημένη,
ως που στα ξαφνικά ακούστηκε η φωνή του ανέμου να αναγγέλλει:
«Τρέξτε νεράιδες, τρέξτε ξωτικά,
στο δάσος θα`ρθεί την Κυριακή, ο Πατέρας Βασιλιάς.
Αγάπη στα παιδιά του να προσφέρει».

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΧΡΥΣΕΣ ΕΛΑΦΙΝΕΣ


Μια φορά και έναν τέλειο καιρό...
μέσα στα βάθη του βουνού,
εκεί στο νεραϊδένιο δάσος... έξω από την καλύβα του βασιλιά… καθόμασταν οι νεράιδες τα ξωτικούλια, τα αγγελούνια και τα στοιχειά, και ακούγαμε παραμύθια από τον βασιλιά του δάσους...
ως που στα ξαφνικά......!!!!!!!!!!!!!
ακούστηκαν φωνές από το βάθος:

''ΒΟΗΘΕΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ ΠΑΓΙΔΑ !!! ΒΟΗΘΕΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ ΠΑΓΙΔΑ !!!''

Ο βασιλιάς του δάσους




Σαν τον αετό μέσα στον αέρα,
ταξίδια στον χρόνο πετώ,
κεντώντας  τις ημέρες, τρυπώντας τις νύχτες...
με ένα σακίδιο στους ώμους τον κόσμο γυρνώ...
και όπου πάω με φωνάζουν …ο προφήτης.
Στις μαύρες κουρτίνες του αύριο,
αναμμένα βέλη  πετώ
στο τώρα της καρδιάς μου.
Και χάνομαι στο μαύρο, βλέποντας πόσο φως χωράει να το γεμίσω.